2 Απριλίου: Τα γενέθλια του παραμυθά κ.Άντερσεν, η Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου και η Μονή Δαφνίου

[1842, Μονή Δαφνίου. Philibert-Joseph Girault de Prangey – Κάπως έτσι θα ήταν η Μονή Δαφνίου όταν την επισκέφτηκε ο Κρίστιαν Άντερσεν, το 1841.]

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου, που καθιερώθηκε την ημέρα γέννησης του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν [2 Απριλίου 1805 – 4 Αυγούστου 1875] δημοσιεύουμε την περιγραφή που έκανε ο μεγάλος παραμυθάς για τη Μονή Δαφνίου, όταν επισκέφτηκε την Ελλάδα, το έτος 1841.

Ο Κρίστιαν Άντερσεν επισκέφτηκε και τη χώρα μας και κατέγραψε τις εντυπώσεις του σε ένα βιβλίο που έχει μεταφραστεί και στα ελληνικά.Στις ταξιδιωτικές του εντυπώσεις ο μεγάλος παραμυθάς περιγράφει και την επίσκεψή του στη Μονή Δαφνίου το έτος 1841:

Μια ανοιξιάτικη μέρα του 1841 ο Δανός παραμυθάς Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, περιδιαβαίνοντας την Ελλάδα που ζούσε τα πρώτα χρόνια του ελεύθερου βίου της, επισκέφτηκε τη Μονή Δαφνίου. Η μονή βρισκόταν σε κάκιστη κατάσταση, σχεδόν εγκαταλελειμμένη. Διαβάστε την περιγραφή του: “Tο αγέρι ήταν κρύο και τα σύννεφα έγραφαν μαύρες σκιές στα γυμνά βουνά. Κοντά μας σε μεγάλη έκταση απλώνονταν τα ερείπια του μοναστηριού. Ψηλά τείχη, που στις σχισμάδες τους φύτρωναν θάμνοι και περικοκλάδες, το περιτριγύριζαν. Εκεί κοντά είχαν κτίσει δύο ξύλινες παράγκες. Η μία ήταν κάτι σαν καφενείο κι η άλλη πάλι ένα είδος μαγαζιού για τους μοναχικούς ταξιδιώτες. Οι ξύλινες αυτές παράγκες κοντά στα χαλάσματα έβαζαν, θαρρείς, στο τοπίο την τελευταία πινελιά της ελληνικής μελαγχολίας”.
Όταν ο Andersen με τους συνοδοιπόρους του, τον Ludwig Ross και τον Έλληνα καθηγητή Φίλιππο Ιωάννου, μπήκε στην αυλή του μοναστηριού, συνάντησε εικόνα ακόμα μεγαλύτερης εγκατάλειψης:
«Μπήκαμε στην αυλή της μονής. Παντού φύτρωναν ως μία πήχη τσουκνίδες, που έκρυβαν ανάμεσά τους ξέσκεπα, άφραγα πηγάδια. Προχωρούσαμε προσεκτικά βήμα προς βήμα, μη βουλιάξουμε. Έτσι φτάσαμε στο απέναντι τείχος. Από κει μας φάνηκε πως θα ανεβαίναμε ευκολώτερα και σε λίγο φτάσαμε στη μισογκρεμισμένη στέγη της εκκλησίας. Όσο καταστραμμένο ήταν το κτίριο, τόσο πυκνόφυτη βλάστηση το σκέπαζε. To σκέπασμα μιας αρχαίας μαρμάρινης σαρκοφάγου, ανάποδα βαλμένο, ήταν το πρώτο σκαλοπάτι εδώ πάνω. Ένα άλλο πάλι πιο κάτω ήταν από κομμάτια μιας ραβδωτής κολόνας από πορφυρίτη. Ρεζεντά, σαπουνόχορτα, τσουκνίδες φύτρωναν παντού. Οι νυχτερίδες πετούσαν μέρα μεσημέρι πάνω απ’ το κεφάλι μας. Εδώ ήταν το σπίτι τους, το βασίλειό τους, ακόμα και τώρα που ο ήλιος έλαμπε στα φτερά τους».
Τα κελιά των μοναχών στα νότια του καθολικού είχαν μετατραπεί σε στάβλους από τους Βαβαρούς στρατιώτες:
«Στη μέση του μοναστηριού τα κελιά των καλογήρων έχουν μεταβληθεί σ’ ένα μεγάλο στάβλο, όπου οι χωροφύλακες βάζουν τ’ άλογά τους- αυτά χλιμιντρίζουν τώρα εκεί όπου άλλοτε ακούγονταν οι προσευχές των μοναχών»
Λίγο πριν φύγει από το Δαφνί, μέσα στη χορταριασμένη αυλή του μοναστηριού, μπροστά στον ερειπωμένο ναό, ο μεγάλος παραμυθάς, εικάζοντας το μέλλον, είχε κάνει αισιόδοξες προβλέψεις για το λαμπρό μέλλον του μοναστηριού: «Μα είμαι σίγουρος πως τα καντήλια θα καίνε, και τότε θα ‘ναι ασημένια. Τριαντάφυλλα θα ανθίζουν στον τόπο που σκεπάζουν οι τσουκνίδες. Τώρα δα μας το λεγε ψιθυριστά το καλό πνεύμα της Ελλάδας. To Δαφνί θα ξανασηκωθεί μέσα από τα ερείπια και στο δρόμο εδώ της Ελευσίνας, όπως στην Ιταλία, θα οδοιπορούν και πάλι οι ξένοι. θα ξανανθίσει το Δαφνί! Σε τούτη την αυλή, που μόνο γαϊδουράγκαθα βλασταίνουν, θα πρασινίσει η δάφνη, θα μοσκοβολήσει το λιβάνι και τα γονατισμένα παιδιά θα βλέπουν μια ιερή πληγή στο μάτι του Χριστού, στο στόμα και τη δόξα του, εκεί που πέτυχε το τούρκικο βόλι*».

[* Υπάρχει η περιγραφή και το σκίτσο του Δημήτρη Λαμπάκη (1889, για το πως είδε και κατέγραψε τον Παντοκράτορα της Μονής Δαφνίου ΕΔΩ. Για το “τούρκικο βόλι” υπάρχει η εκδοχή να μην ήταν τούρκικο βόλι αλλά η “μύτη” βέλους από Σταυροφόρους το 1205]
——–